Εδώ γράφουμε όλοι όσοι...

Εδώ γράφουμε όλοι όσοι αγαπάμε τα Κεντρικά Τζουμέρκα..!! Λέμε για τις ομορφιές, τα γεγονότα, τον πολιτισμό, την διασκέδαση, απλά και καθημερινά, χωρίς υποκρισία αλλά με πάθος..

Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2011

Έφυγε ο κορυφαίος Τζουμερκιώτης Έλληνας φωτογράφος Κώστας Μπαλάφας

Ο Κώστας Μπαλάφας, με το όπλο στον ώμο
Ο Κώστας Μπαλάφας


«Στη ζωή πρυτανεύει κυρίως ο πόνος. Ο άξονας της ζωής κινείται μεταξύ πόνου και ανίας. Ή θα πονάς ή θα ανιάς. Το να χασκογελάς δεν έχει νόημα. Το να δημιουργείς έχει νόημα» (Κώστας Μπαλάφας)

"Είναι ίσως στη μοίρα του Ηπειρώτικου λαού να ζει σ΄αδιάκοπους αγώνες. Αγωνίζεται να επιβιώσει πάνω στην κακοτράχαλη γη όπου βρέθηκε, καλλιεργώντας άγονες πλαγιές και στίβει, θάλεγε κανείς, στα δυο του χέρια το λιγοστό τους χώμα, ποτίζοντάς το με οδρώτα, για να το κάμει να καρπίσει. Ζει την πίκρα της ξενιτειάς στην προσπάθειά του να λύσει το καυτό πρόβλημα ζωής και προκοπής. Κι ακόμα αγωνίζεται ν΄αντιμετωπίσει τους αλλεπάληλους δυνάστες που κατά καιρούς δεν έπαψαν να πατούν τα χώματά του."(Κώστας Μπαλάφας)

Σε ηλικία 91 ετών πέθανε ο φωτογράφος Κώστας Μπαλάφας, ο οποίος έγινε γνωστός από τις φωτογραφίες του κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και της Εθνικής Αντίστασης.

Ο Κώστας Μπαλάφας γεννήθηκε το 1920 στο ορεινό χωριό Κυψέλη των Τζουμέρκων της 'Άρτας από φτωχούς γονείς αγρότες, τον Γιώργο και την Αρχοντούλα. «Εκεί που -όπως λέει ο ίδιος-, οι άνθρωποι παιδεύονται να επιβιώσουν, οργώνοντας την άγονη γη, λες και στύβουν με τα χέρια τους γυμνά το ξερό χώμα και το ποτίζουν με ιδρώτα, ώσπου να δώσει καρπούς....»

Σε ηλικία μόλις έντεκα ετών βρέθηκε
στην Αθήνα και ρίχτηκε στη βιοπάλη. Τα παιδικά του βιώματα είναι βαθιά χαραγμένα στη μνήμη του με την παραμικρή λεπτομέρεια:«Απ' το χωριό μου κατέβηκα πρώτα στην 'Αρτα. Εκεί ο πατέρας μου, για να μη με στείλει μόνο στην Αθήνα, με παρέδωσε σ' ένα γνωστό μας δάσκαλο να με συνοδεύσει. Παράκληση του πατέρα μου ήταν να με βοηθήσει ώσπου να βρω στην πλατεία Κουμουνδούρου την ταβέρνα ενός συγχωριανού μας, που ήταν θαυμάσιος άνθρωπος και καλός πατριώτης. Σ' αυτόν έβρισκαν απάγκιο πολλά χωριατόπαιδα απ' την Ήπειρο, που δεν είχαν στον ήλιο μοίρα. Εκτός από ένα πιάτο φαγητό που τους έδινε, φρόντιζε να τους βρίσκει και δουλειά. «Αυτό έγινε και μ' εμένα, καταλήγοντας να πιάσω δουλειά σε ένα ονομαστό τότε γαλακτοπωλείο-ζαχαροπλαστείο της οδού Πατησίων κοντά στον Άγιο Λουκά, με την επωνυμία "Δελφοί". Την ημέρα δουλειά, το βράδυ νυχτερινό σχολείο. Μέχρι το 1936. οπότε πήγα για σπουδές κοντά στην πατρίδα μου, στη Γαλακτοκομική Σχολή Ιωαννίνων. Μετά την ευδόκιμη αποφοίτηση συνέχισα σπουδές γαλακτολογίας στην Ιταλία, όπου και έμαθα τα ιταλικά. Το 1939. επέστρεψα στα Ιωάννινα και διορίστηκα έκτακτος υπάλληλος στη Γαλακτοκομική Σχολή. Εκεί εργαζόμενο με βρήκε ο πόλεμος και η Κατοχή».

Η πρώτη επαφή του με τη φωτογραφία και τη φωτογραφική μηχανή, όπως διηγείται ο ίδιος, ήταν στα δεκατρία του χρόνια. Είχαν έρθει κάτι συγγενείς του αφεντικού απ' την Αμερική και αυτός, για να τους ευχαριστήσει, θέλησε να τους δείξει τα αξιοθέατα της Αττικής και τους πήγε κάποια μέρα στην Πάρνηθα. Μαζί τους οι ξένοι είχαν μια μικρή φωτογραφική μηχανή Μπράουν της Κόντακ. απλή και εύκολη στο χειρισμό, για να φωτογραφηθούν. Κάποιος έπρεπε να κρατάει τη μηχανή για να τραβήξει τις οικογενειακές τους φωτογραφίες κι αναγκάστηκε ο μαγαζάτορας να πάρει και τον νεαρό υπάλληλο του μαζί γι' αυτή τη δουλειά. Όταν κατάλαβα ότι αυτό το μηχάνημα που κρατούσα στα χέρια μου μπορεί να αποτυπώσει σε εικόνα πάνω σε χαρτί ότι έχω ζωντανό μπροστά μου, μαγεύτηκα...» Η πρωτόγνωρη εμπειρία εκείνης της ημέρας τον σημάδεψε: η απόκτηση μιας δικής του φωτογραφικής μηχανής έγινε, για τον έφηβο Κώστα Μπαλάφα, όνειρο μιας ολόκληρης ζωής. Όταν σπούδαζε στα Ιωάννινα, κατάφερε ν' αγοράσει μια Τζούνιορ Κόντακ πουλώντας και το ρολόι του για να συμπληρώσει το ποσό. Την εποχή που βρισκόταν στην Ιταλία, αντικατέστησε τη μηχανή του με μία Ρομπότ. Έγινε φίλος με κάποιον υπάλληλο ενός γειτονικού φωτογραφείου, καθόταν δίπλα του κι έτσι έμαθε και την τέχνη του σκοτεινού θαλάμου. Με αυτή τη μηχανή, ο νεαρός τότε φωτογράφος θα απαθανάτιζε την πορεία του ελληνικού στρατού προς το αλβανικό μέτωπο, την Κατοχή και τον ένοπλο αγώνα του ΕΛΑΣ στην Ήπειρο.

«Ότι έκανα το έκανα με την ψυχή μου. Φωτογράφιζα ότι με συγκινούσε και ότι τρώει ο χρόνος και καταστρέφει ο πολιτισμός», έλεγε ο ηπειρώτης φωτογράφος στα «ΝΕΑ». «Ο καημός μου ήταν πάντα να καταγράψω την παράδοση ως εθνική παρακαταθήκη για να μη μείνουν απληροφόρητες οι επόμενες γενιές. Διότι για μένα η παράδοση δεν είναι κούφια λέξη στο στόμα των φραγκοδασκάλων. Είναι το καταστάλαγμα ζωής και σοφίας αιώνων».

Ο Κώστας Μπαλάφας, όταν μιλούσε, όπως κι όταν φωτογράφιζε, πρώτα σκεπτόταν. Και σκεπτόταν πολύ μέχρι να νιώσει τη μουσική των λέξεων και τη μουσική του φωτός. Ο φακός του απαθανάτιζε, με όρους αιωνιότητας, τη στιγμή που οριοθετείται με τον ελάχιστο χρόνο ενός κλικ της φωτογραφικής μηχανής. Κοίταξε κατά μέτωπο την ελληνική φύση και τον Ελληνα εργαζόμενο, αυτόν που βγαίνει κατευθείαν από το καυτό και μαύρο ανθρακωρυχείο της καθημερινής επιβίωσης. Κι όταν ήρθε η μεγάλη ώρα της Αντίστασης εναντίον των Ιταλών και των Γερμανών κατακτητών, επέλεξε το μικρότερο βαθμό. Γιατί πρωτίστως ήταν ο μαχητής-τυφεκιοφόρος του 85ου Συντάγματος της 6ης Ταξιαρχίας του ΕΛΑΣ και δευτερευόντως ο καλλιτέχνης-φωτογράφος. Ο βιογράφος του θα σταθεί μόνο στο ταλέντο του. Γιατί όλη η ζωή του δεν διέφερε σε τίποτα από τα μοντέλα του: ανώνυμοι εργατικοί του μόχθου, γυναίκες του θρήνου, παιδιά που παίζουν στις λάσπες με μια ηλιαχτίδα, αντάρτες με πολλή θέληση στο βλέμμα και περισσότερη αγάπη για ζωή.

Το παράτολμο του χαρακτήρα και των πράξεων του αποδείχτηκε περίτρανα, όταν "αιχμαλώτιζε" στο φακό φοβερά εγκλήματα και σκηνές μπροστά στους Ιταλογερμανούς κατακτητές, με κίνδυνο την άμεση εκτέλεση του με συνοπτικές διαδικασίες, ή φωτογραφίζοντας τους διπλανούς συμπολεμιστές του την ώρα της μάχης. Αδιάψευστος μάρτυρας της παράτολμης ιδιοσυγκρασίας και εφευρετικότητάς του είναι η φωτογράφιση των σωμάτων των πατριωτών Τόδουλου και Φαρίδη, που αιωρούνταν άψυχα ανάμεσα σε δύο πλατάνια στις όχθες της λίμνης των Ιωαννίνων τον Μάρτη του 1944, όπως αναφέρει στο βιβλίο του ο Κώστας Μπουμπούρης, "Ο Κώστας Μπαλάφας και η Ελλάδα του".

Ο Κώστας Μπαλάφας, ο τελευταίος των μεγάλων φωτογράφων, που εμφύσησαν το μεγαλείο στο ασπρόμαυρο φιλμ δημιουργώντας μνημειακές φωτογραφίες Πιστός στην ασπρόμαυρη φωτογραφία - «διότι είναι λιτή και εκφραστική. Με το χρώμα μπερδεύονται φλύαρα στοιχεία. Το ασπρόμαυρο καρέ διακρίνεται από την αφαίρεση και πλησιάζει περισσότερο προς την αλήθεια» -, δεν πούλησε ποτέ ούτε μία φωτογραφία του. Κέρδιζε τα προς το ζην από τη ΔΕΗ όπου εργαζόταν και έβγαλε το πρώτο του λεύκωμα για το αντάρτικο με τα χρήματα από το εφάπαξ. «Αν πληρωνόμουν, θα έμπαινε άλλος παράγοντας στην εκτίμηση της δουλειάς μου. Δεν θα ήταν καθαρή η έκφρασή μου, διότι όποιος πληρώνει θέλει να βάλει και το γούστο του». Και στο πλαίσιο αυτής της γενναιοδωρίας του το 2008 δώρισε το φωτογραφικό αρχείο του στο Μουσείο Μπενάκη χωρίς ανταλλάγματα, παρά μόνο με μία παράκληση: «Να το προσέχουν» – 15.000 ασπρόμαυρα αρνητικά από το 1939 ως το 2000 αλλά και 60 ταινίες μικρού μήκους έτοιμες για ψηφιακή επεξεργασία, προκειμένου να διασωθούν η καθημερινότητα, τα ήθη και τα έθιμα της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας.
Αυτός ο ποιητής του φακού και του λόγου είχε πει όταν αποχαιρέτισε το αρχείο του: «Δεν είναι ένα αρχαίο κομμάτι. Είναι η ίδια η ζωή μου. Και το 'δωσα με μία συμφωνία, να το προσέξουν. Γιατί δεν είναι φωτογραφίες της τύχης, είναι φωτογραφίες που στιγμάτισαν τον νου και την καρδιά. Και μετά πέρασαν στο χαρτί»

Από το 1945 ώς το 1951 εργάστηκε ως διερμηνέας σε μια βρετανική ομάδα μηχανικών, για να προσληφθεί αμέσως μετά στην αμερικανική εταιρεία Ebasco, η οποία ενσωματώθηκε στην τότε νεοϊδρυθείσα ΔΕΗ, ως προϊστάμενος του Τμήματος Ανατυπώσεων. Εκεί εργάστηκε ώς τη συνταξιοδότησή του. Η σύντροφος της ζωής του, η καθηγήτρια Ευαγγελία Μαργαρίτου, του χάρισε δύο παιδιά, τη Στέλλα και τον Γιώργο. «Δεν φωτογραφίζω γρήγορα. Πρώτα τις φτιάχνω στο μυαλό μου και μετά φωτογραφίζω. Δεν έχω γρήγορες αντιδράσεις»

Η κηδεία του Κώστα Μπαλάφα γίνεται σήμερα Δευτέρα 10 Οκτ. 11, στις 17:30 το απόγευμα, από το νεκροταφείο Χαλανδρίου.

http://www.costasbalafas.gr

κοπάδι πρόβατα

Μετέωρα

Μοναχοί

Γιάννενα 1957

Καλόγηρος

ψάρεμα

ψάρεμα

κομπανία του Αυγέρη Μπάου

τα λευκώματά του

σήραγγα εκτροπής Αχελώου 1960

Αλυκές, Λευκάδα 1963

Ήπειρος

στο δρόμο για τα χειμαδιά, Πίνδος 1960

παζάρι, Γιάννενα 1957

καλόγηρος

στο δρόμο για το μεροκάματο, 1965

αγώνας

εγγόνια

τσέλιγκας

άρμεγμα

Άγιο Όρος

http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=424261
http://www.tanea.gr/politismos/article/?aid=4663668
http://www.protothema.gr/culture/arts/article/?aid=151392
http://www.newsbeast.gr/greece/arthro/242218/teleutaio-adio-se-enan-spoudaio-fotografo/
http://www.enet.gr/?i=news.el.texnes&id=316735

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...